Του Φίλιππου Ωραιόπουλου
Στον ορίζοντα της συζήτησης που
κάναμε στον ξενώνα της Σχολής Καλών Τεχνών και του κειμένου που έγραψα για την
επιμέλεια της Ευαγγελίας στην έκθεση Παρυφές και Μεθόριοι, στις Αναγνώσεις
της Αυγής, προχώρησα σε κάποιες σκέψεις και τη διαμόρφωση μιας
ενδεχόμενης πρότασης για το The Sympton projects. Σας την
επισυνάπτω:
Το κείμενο που ακολουθεί δεν
επιδιώκει να παρουσιάσει μια θεωρητική άποψη για το θεατρικό μοντέλο. Προσπαθεί
να προσεγγίσει εκείνα τα στοιχεία της δομής του, που θα μπορούσαν από μια
διαφορετική αναδιάταξη τους στο εσωτερικό του θεατρικού μοντέλου να αποκτήσουν
τη δυνατότητα παραγωγής συμβάντων τέχνης που ενδεχομένως να φέρουν αναδιατάξεις
στις σχέσεις διαφωράς ανάμεσα σε διαφορετικές κοινότητες. Αυτό σημαίνει ότι
αυτό το είδος του προτεινόμενου θεατρικού μοντέλου, ενδεχομένως να μπορεί να
προκαλέσει μια κοινή σε διαφορετικές κοινότητες διανοητική και πρακτική ένταση,
ώστε να υπάρξουν δυνατότητες καλλιτεχνικής επικοινωνίας (και όχι μόνο), εκεί
που από πρώτη ματιά η ακραία διαφωρά (τα υλικά της ίχνη) φαίνεται να την
αποκλείει με τη μορφή επικοινωνιακού (γλωσσικού) αδιεξόδου. Το ίδιο, λοιπόν, το
αναδιαταγμένο θεατρικό μοντέλο μπορεί να αποτελέσει ένα είδος επιτελεστικού
συντελεστή, η καλύτερα ένα είδος διανοητικής γέφυρας ανάμεσα σε κοινότητες με
διαφορετικό καλλιτεχνικό υπόβαθρο για την παραγωγή, τη μορφή και το περιεχόμενο
του έργου τέχνης, χωρίς αυτό να σημαίνει την απώλεια της διαφωράς, αλλά
αντίθετα τη συνέχεια και την αύξηση των ποιητικών ιδιοσυγκρασιακών διαφορών,
προσδοκώντας την περαιτέρω αύξηση του σημασιολογικού πλούτου τους. Πολύ
λιγότερο αυτό δεν σημαίνει μια άκριτη μιμητική ιδιοποίηση του ενός προς τον
Άλλο, αλλά αντίθετα εξετάζει την ενδεχόμενη κοινή ποιητική διαδικασία ως αυτή
που προάγει τη συνεχή ροή της διαφωράς, άρα και την συνεχή ροή του
σημασιολογικού και εμπειρικού πλούτου στον ορίζοντα της απόλυτης μοναξιάς. Η
πρόταση, λοιπόν, είναι μια δυνατή εκδοχή όχι στην άρση αυτού του είδους του
αδιεξόδου, που συνήθως βιώνεται ως πολιτιστική πόλωση αδιαφορίας, παρεξήγησης,
υποτίμησης ή και αυταρέσκειας για τις υπάρχουσες ταυτότητες, αλλά ως
ενδεχομενική ποιητική διαδικασία στον ορίζοντα της ριζικής ετερογένειας, που
αναδιατάσσει τις προϋπαρχουσες δομές, ενεργώντας ως ειδητικό συμβάν. Η δομή
μιας τέτοιας πρότασης, λοιπόν, από την αρχή δεν μπορεί παρά να είναι
παραδειγματική και όχι ειδική (αλλά κάθε φορά εξειδικευμένη), στο μέτρο που το
προτεινόμενο θεατρικό μοντέλο (εμπεριέχοντας το εικαστικό αντικείμενο) μπορεί
να αποτελεί ένα είδος παράστασης (όχι αναπαράστασης) του σύγχρονου
(παγκοσμιοποιημένου) κόσμου.
Πρόκειται, λοιπόν, για μια
ανθρωπολογική ματιά του εν γένει
θεατρικού μοντέλου που εμπεριέχει
μη ομολογημένη πολιτική πρόθεση στην παραγωγή έργων τέχνης (με τη λογική ότι
απόψεις του τύπου «η τέχνη για την τέχνη» συγκροτούν ένα είδος καλυμμένης
πολιτικής πρότασης).
Από αυτήν την άποψη πρόκειται για
μια πρόταση ποιητικής κατασκευής που με ενδεχομενικό τρόπο κατασκευάζει μια
ποιητική επικοινωνία (και όχι μόνο), ανάμεσα σε αποκλίνουσες κοινότητες, ακραία
ιεραρχημένες στην περιοχή της μεθορίου των ανθρώπινων συναντήσεων, προκειμένου
να τις αναδιατάξει και έτσι να επαναστοχαστεί την καθημερινή ανθρώπινη ύπαρξη
και τον τρόπο ζωής ως έργου. Αυτή η επιτελεστική πράξη έχει ως αίτημα την εμβάθυνση
της ετερογένειας αναδιατάσσοντας τους όρους (όρια) της συνάντησης, μέσα από την
ποιητική διαδικασία . Ένα τέτοιο εγχείρημα ούτε αυτονόητο είναι, ούτε μπορεί
πάντοτε να είναι δυνατό στο επίπεδο των εξουσιαστικών δομών, ή με θετικούς
όρους όταν πραγματοποιείται είναι βεβηλωτικό ως προς το κρατικό δημόσιο.
Ακόμα, θα σημείωνα, ως προς το εν
γένει καλλιτεχνικό είδος, ότι θα μπορούσε να αφορά το σινεμά (η
πρόσφατη περίπτωση των σκηνοθετών Ταβιάνι ή άλλων καλλιτεχνικών πρακτικών
ανθρωπολογικής προσέγγισης), όμως η διαφορά των δυο μέσων (θεατρικού και
κινηματογραφικού), που αφορά αντίστοιχα την παρουσία ή την απουσία της
σωματικής εμπειρίας, ανάμεσα στο θεατή και τον θεατρικό ή κινηματογραφικό
επιτελεστή (performer) είναι σημαντική, χωρίς να αποκλείει κανείς ένα άλλο
μέσο που έχει άλλου τύπου εκδοχές ποιητικής επικοινωνίας. Κάτι τέτοιο, για
παράδειγμα, συμβαίνει με την καλλιτεχνική performance (την πιο αφηρημένη
εκδοχή του θεατρικού μοντέλου), όπως και της εν γένει ψηφιακής ποιητικής.
Θα ξεκινήσω τη διαμόρφωση της
πρότασης μου από την περιγραφή εκείνων των δομικών στοιχείων του θεατρικού
μοντέλου, τα οποία ασφαλώς δεν καλύπτουν μια ενδεχομένως συνολική συγκρότησή
του, αλλά που προσωπικά θεωρώ απαραίτητα για την υλοποίηση της συνάντησης
διαφορετικών κοινοτήτων με ελάχιστα ίχνη καλλιτεχνικής επικοινωνίας (λόγω
διαφορετικού υποβάθρου ή παιδευτικής αδράνειας) ή καλύτερα για την ανταλλαγή
κοινωνικών πρακτικών τέχνης στη βάση αμοιβαίων ποιητικών διαδικασιών.
Αυτά
σχηματικά είναι:
α) Το είδος του επιτελεστικού (θεατρικού)
κειμένου, ακριβέστερα του τρόπου κατασκευής του (π.χ. αυτοκατασκευή) ή το είδος
της επιλογής του.
β) Το είδος της ποιητικής παραγωγής
(ως προς τους τρόπους οργάνωσης της παραγωγής, της δραματουργίας, της
σκηνοθεσίας και της υποκριτικής). Αυτό μπορεί να αφορά τη συγκρότηση της ομάδας
παραγωγής (μεικτή ή μή ως προς τις διαφορετικές κοινότητες), κατασκευή της
παραστατικής άποψης (αυτοσχεδιαστική ή με συγκεκριμένη ή αφηρημένη άποψη), κ.ά.
γ) το είδος της σχέσης ανάμεσα στην
κοινότητα ή καλύτερα ανάμεσα στις διαφορετικές κοινοτήτες των θεατών και των
επιτελεστικών συντελεστών.
δ) Ο θεατρικός τόπος (όχι η σκηνή).
Είναι φανερό ότι αυτά τα τέσσερα
στοιχεία δεν λειτουργούν παρατακτικά αλλά ως δομή ποικίλων σχέσεων μεταξύ τους,
με αποτέλεσμα αλλαγές στο ένα να έχουν ως συνέπεια αλλαγές σε όλα τα υπόλοιπα
και επομένως στο σύνολο.
Θα ξεκινήσω από το τρίτο στοιχείο
που αφορά τη σχέση ανάμεσα στην κοινότητα ή κοινότητες (με την έννοια του
πλήθους, όπως την εννοεί ο Ιταλός φιλόσοφος Virno) των θεατών και εκείνης
των καλλιτεχνών (θεατρικών ή καλύτερα εν γένει των καλλιτεχνικών κοινοτήτων).
Πρόκειται για μια σχέση στην οποία οι διαφωρές ιχνών (λόγω ρίξεων στο επίπεδο
της παιδείας και του πολιτισμού) έχουν πολλαπλασιαστεί, αλλά κυρίως έχουν γίνει
ακραίες στο πλαίσιο του ανερχόμενου νεοφιλευθερισμού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα
να παράγονται ανάμεσα στις δυο κοινότητες πολώσεις, αδράνειες ιστορικές,
απαξιώσεις, παρανοήσεις, αλλά και συνειδητές ή μη ιδιοποιήσεις μέσα σε
εξουσιαστικές λογικές ιεραρχημένες (αθέατες ή καλυμμένες). Όλες αυτές οι
καταστάσεις δημιουργούν έλλειψη κοινωνικής συνοχής, που μπορεί να φτάσει σε
συγκρούσεις, δηλαδή ένα είδος κενού επικοινωνίας όχι μόνο στο επίπεδο της
γλώσσας, αλλά κυρίως στη δυνατότητα συνεύρεσης σε κοινές ποιητικές διαδικασίς,
ασφαλώς με διαφορετικούς κοινωνικούς ρόλους. Αυτό το ενδιάμεσο χάσμα ανάμεσα
στα δυο είδη κοινοτήτων, αυτό το πολλαπλό σημασιολογικό κενό, συγχρόνως
αποτελεί ένα είδος μεθορίου για ενδεχόμενες συναντήσεις στον ορίζοντα ενός
πεδίου ενδεχόμενων ποιητικών διαδικασιών. Δεν πρόκειται για συμπληρώσεις του
κενού, αλλά για το πιο ενδιαφέρον πεδίον για την ύπαρξη παντός είδους ποιητικών
επινόησεων και κατασκευών στον ενδιάμεσο χώρο των διαφωρών.
Τα υπολοιπα τρία στοιχεία
(επιτελεστικό κείμενο, το είδος της ποιητικής παραγωγής και ο τόπος) είναι τα
στοιχεία που μπορούν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις ύπαρξης ποιητικών
επινοήσεων και κατασκευών.
Θα ξεκινήσω από τον τρόπο
κατασκευής του επιτελεστικού κειμένου. Ασφαλώς η κατασκευή ενός τέτοιου
κειμένου δεν είναι υποχρεωτικά γλωσσική, μπορεί να είναι παντός είδους γραφής ή
μη, αλλά και συνδιασμός (κείμενο, κίνηση, ήχος). Τέτοια επιτελεστικά κείμενα
μπορεί να υπάρχουν στην άμεση ιστορική παράδοση ή να επινοηθούν με σύγχρονους
τρόπους (ανθρωπολογικούς-συνετεύξεις, ψηφιακούς-τεχνικά, σωματικούς-κίνησης)
Θα συνεχίσω με το στοιχείο του
τόπου (όχι της σκηνης). Ο τόπος δεν μπορεί παρά να είναι ένα έδαφος, ή εδάφοι
με σημασίες, δηλαδή η υλικότητά τους (η εδαφικότητα) συγκροτεί ένα είδος
σημασιών που εμπεριέχουν το χρόνο, δηλαδή την ιστορία (ένα αλώνι, ένα αρχαίο
θέατρο, μια πλατεία, ένας δρόμος, ένας λόφος, μια αυλή θεσμική ή όχι, κλειστή ή
ανοιχτή, το εν γένει ανοιχτό έδαφος σε σημασίες.
Τέλος ως προς το είδος ποιητικής
παραγωγής. Το μέρος αυτό ασφαλώς είναι το πιο σύνθετο και από μόνο του αποτελεί
μια τεράστια θεωρητική και πρακτική δομή σε ροή. Εδώ θα θίξω κάποια στοιχεία
και κάποιους τρόπους, που μπορούν ενδεχομένως να στηρίξουν την ποιητική
μεταφορική διαδικασία δια του ενεργούντος υποκειμένου ως ένα είδος ποιητικού
διαμεσολαβητή. Αυτή αφορά τη σχέση θεατή (ποικιλία πολιτιστικών κοινοτήτων) -
ποιητικού επιτελεστή (δραματουργού, σκηνοθέτη, ηθοποιού). Εδώ λοιπόν θα θέσω
κάποιες δυνατότητς αναδιάταξης αυτής της σχέσης. Αυτό σημαίνει ένα είδος μείξης
ανάμεσα στην κοινότητα (πλήθος) των θεατών και την τυπική κοινότητα των
ποιητικών επιτελεστικών.
Μια τέτοια συμμετοχική μείξη σε όλα
τα επίπεδα των τεσσαρων σημείων (επιτελεστικό κείμενο, ποιητική παραγωγή, σχέση
επιτελεστων, τόπος), με τα οποία περιέγραψα την συγκρότηση του θεατρικού
μοντέλου, ανατρέπει τη συνηθισμένη ιεραρχική ποιητική σχέση (κοινότητα
πλήθους-κοινότητα ποιητικών επιτελεστών) και δημιουργεί προυποθέσεις για το
ενδεχόμενο ενός είδους συνάντήσής τους στο ποιητικό πεδίο.
Θα προσπαθήσω να δω εξειδικευμένα
αυτό το αναδιαταγμένο θεατρικό μοντέλο στην περίπτωση της Άμφισσας και πιο
εξειδικευμένα στην ποιητική διαδικασία του The symptom Projects, με
μια συγκεκριμένη πρόταση, ως case studies.
Θα πρότεινα, λοιπόν, για λόγους
παραδειγματικούς, που σημασιολογικά προσδιορίζεται από τη σημερινή εν
γένει κρίση, μια τοπική, ειδική και συγχρονική εκδοχή αυτού του μοντέλου, έτσι
που να μπορεί στη γενίκευσή της να ακούγεται στον ορίζοντα της
παγκοσμιοποιημένης κρίσης. Αυτή η πρόταση οφείλει την υλοποίηση αυτού του τύπου
την προσέγγιση σε δυο ακραίες για την πολλαπλότητα των διαφωρών κοινότητες και
τόπους. Στην πραγματικότητα πρόκειται για δυο ετεροτοπίες, τις φυλακές της
Άμφισσας και το θέατρο των Δελφών, ως τις κύριες κοινότητες και τόπους που
ενδεχομένως θα δοκιμαζόνταν το μοντέλο μιας ποιητικής διαδικασίας ακραίων ιχνών
διαφωράς. Πρακτικά αυτό θα σήμαινε: α) ως προς την παραγωγή του επιτελεστικού
κειμένου, την κατασκευή ενός θεατρικού κειμένου από συνετεύξεις με
κρατούμενους, η την ποιητική χρήση ενός εμβληματικού για το είδος της
κοινωνικής εργασίας θεατρικό κείμενο π.χ. του Προμηθέα Δεσμώτη, η μια άλλη πιο
σύγχρονη πρόταση (π.χ. Μπέκετ: Περιμένοντας τον Γκοντό, η Τένεση Ουίλιαμς ,
Λεωφορείο ο Πόθος κ.ά.).
β) ως προς το είδος της ποιητικής
κατασκευής θα σήμαινε τη συμμετοχή στην ομάδα των ηθοποιών (ίσως σκηνοθετικά ή
σκηνογραφικά) κρατουμένων (ίσως και ντόπιων του Δήμου Άμφισσας).
Μια τέτοια ποιητική (συνολικά)
κατασκευή μοιάζει να βεβηλώνει (με τη λογική Αγκάμπεν), το σημασιολογικό
περιεχόμενο του εδάφους (των Δελφών), αλλά συγχρόνως φέρνει σε ποιητική
επικοινωνία δυο ετερογενή πλήθη με αυτό που ονομάζεται “υψηλή τέχνη”, χωρίς να
θίγει τη συνέχεια των υλικών ιχνών διαφοράς, αντίθετα προσδοκά στην ποιητική
εμβάθυνση των διαφορών τους, αποφεύγοντας αξιολογικές ή ανθρωπολογικού τύπου
ιεραρχήσεις, αλλά όλα αυτά στον ορίζοντα του ποιητικού πεδίου.
Μια τέτοια συμμετοχική ποιητική
κατασκευή είναι συνδεδεμένη αντισυμμετρικά με την ιστορική εκδοχή του
Σικελιανού. Από αυτή την άποψη δυο άλλοι τόποι διαφορετικά ετεροτοπικοί είναι
το καφενείο όπου ο Αγγελόπουλος γύρισε σκηνές από τον Θίασο (επεξεργασία του
εμφυλιοτικού συμβάντος) αλλά και μια πλατεία από τις ιστορικές κοινότητες της
περιοχής.
Ασφαλώς όλο το εγχείρημα ανήκει σε
μια γενεαλογία ελληνική και διεθνή της μοντέρνας και μεταμοντέρνας παράδοσης
(Σικελιανός, Κουν, Παζολίνι, Μιουσκιν, Γουρχολ, Κούτρας- Στρέλλα).
Τελειώνοντας την περιγραφή ενός
τέτοιου επιμελητικού εγχειρήματος ως συμβάν (με τη λογική του Badiou), θα
έλεγα ότι δοκιμάζεται παραδειγματικα, με πειραματικό τρόπο, η απόπειρα
ανατροπής ενός αδιεξόδου στο επίπεδο της ποιητικής σχέσης ανάμεσα σε κοινότητες
με υψηλό δείκτη ιχνών διαφωράς, τοπικά και γενικά με την προσδοκία να ανοιχτεί
ένας ορίζοντας επαναστοχασμού με την ύλη της εν γένει τέχνης.
Η παραπάνω πρόταση, ασφαλώς
βρίσκεται στον ανοιχτό ορίζοντα του the symptom project, αφού οι
παράλληλες εκδηλώσεις του δεν αφορούν αποκλειστικά τα εικαστικά. Ασφαλώς
αυτού του τύπου η καλλιτεχνική επέκταση, διευρύνει το πεδίο του, καθιστώντας
τον μηχανισμό παραγωγής καλλιτεχνικών πρακτικών που επιχειρούν να συνδέσουν
(έστω και πειραματικά) την υψηλή με την καθημερινή τέχνη. Από αυτή την άποψη μπορεί
μια τέτοια πρόταση να καταστήσει το The symptom project ποιητική
διαδικασία παραγωγής ριζικών επιλογών και τον Δήμο της Άμφισσας σημασιολογικό
τόπο υποδοχής παραδειγματικής καλλιτεχνικής σύλληψης. Μια τέτοια
¨φλοδοξία¨μπορεί να δώσει ιδιάζουσα σημασία στο περιφερειακό στοιχείο και το
τυχαίο, καθιστώντας το ένα κόμβο ενός γενικευμένου δικτύου μη ιεραρχημένου και
ενεργούς κοινοτικής καλλιτεχνικής πρακτικής.
Θεωρώ ότι αυτές οι σκέψεις
βρίσκονται στο εσωτερικό της δυναμικής συγκρότησης του The symptom project, και
αυτός είναι ο λόγος που αποφάσισα να σας στείλω αυτή την πρόταση. Ασφαλώς τα
προβλήματα (οικονομικά, θεσμικά, καλλιτεχνικά) που θα πρέπει να επιλυθούν είναι
πολλά, ωστόσο εκτιμώ ότι είναι εφικτή η υπέρβασή τους και κυρίως ότι αξίζει τον
κόπο για προσδοκίες υψηλού ρίσκου της συγχρονίας.
(για το Άτυπο Στούντιο νεοΠοιητικής
έρευνας και πράξης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου